Ο γλυκαιμικός δείκτης και το γλυκαιμικό φορτίο στις ετικέτες τροφίμων

203

Κατ’ αρχήν να πούμε τι είναι ο γλυκαιμικός δείκτης και το γλυκαιμικό φορτίο και γιατί μπορεί να βοηθήσει. Όλα τα τρόφιμα τα οποία περιέχουν υδατάνθρακες (αμυλούχα τρόφιμα, όσπρια, δημητριακά, γάλα, φρούτα, και λαχανικά) αυξάνουν τη γλυκόζη του αίματος. Όμως η ίδια ποσότητα υδατανθράκων δεν προκαλεί την ίδια αύξηση. Ο γλυκαιμικός δείκτης δείχνει πόσο γρήγορα αυξάνονται τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα μετά την κατανάλωση τροφής που περιέχει υδατάνθρακες. Ο προσδιορισμός της τιμής του δείκτη γίνεται αναφορικά με την καθαρή γλυκόζη ή το άσπρο ψωμί (της οποίας ο ΓΔ είναι 100). Τα τρόφιμα με υψηλό ΓΔ προκαλούν απότομη και μεγάλη αύξηση της γλυκόζης στο αίμα. Ενώ τα τρόφιμα χαμηλού ΓΔ, λόγω της αργής πέψης και απορρόφησής τους, προκαλούν σταδιακή αύξηση στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, και έτσι συμβάλλουν σε καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο. Επειδή όμως ο γλυκαιμικός δείκτης σχετίζεται με την ποιότητα και όχι με την ποσότητα και δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που καθορίζει σε ποιον βαθμό η κατανάλωση τροφίμων αυξάνει τα επίπεδα σακχάρου του αίματος, υπάρχει και η έννοια του γλυκαιμικού φορτίου. Γενικά, τα τρόφιμα με χαμηλό ΓΔ έχουν και χαμηλό ΓΦ, τα τρόφιμα όμως με μέτριο ή υψηλό ΓΔ μπορεί να κυμαίνονται από χαμηλό έως πολύ υψηλό ΓΦ. Κατά συνέπεια, βλέπουμε πόσο χρήσιμα εργαλεία είναι ο ΓΔ και το ΓΦ για το πώς θα επηρεάσει ένα τρόφιμο το σάκχαρο του αίματος. Ωστόσο, τα γεύματα μας αποτελούνται από πολλά τρόφιμα με διαφορετικά θρεπτικά συστατικά (π.χ. λίπος, πρωτεΐνες, φυτικές ίνες, κ.ά.), τα οποία και αυτά με τη σειρά τους επηρεάζουν τη ρύθμιση του σακχάρου του αίματος. Γενικά, ο ΓΔ και το ΓΦ επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος του τροφίμου, από τις φυτικές ίνες, πόσο ώριμο είναι το τρόφιμο, ο χρόνος μαγειρέματος, η σύσταση του γεύματος.

Γιατί είναι όμως σημαντικός; Ο γλυκαιμκός δείκτης μπορεί να φανεί χρήσιμος σε ανθρώπους με διαβήτη, που ελέγχουν τα επίπεδα σακχάρου του αίματός τους. Τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη τους βοηθούν περισσότερο να καταναλώνουν την απελευθέρωση γλυκόζης στο αίμα ομοιόμορφα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Επίσης βοηθά τους αθλητές. Τα τρόφιμα με χαμηλό ΓΔ βοηθούν στην αύξηση της αντοχής, ενώ τρόφιμα και ποτά με υψηλό ΓΔ οδηγούν σε καλύτερη επαναφόρτιση του γλυκογόνου των μυών μετά από την άσκηση. Σε πρόσφατες μελέτες φάνηκε επίσης, ότι οι δίαιτες χαμηλού ΓΔ μπορεί να είναι πιο ευεργετικές στην πρόληψη του ύστερου διαβήτη και της στεφανιαίας καρδιακής νόσου, ενδεχομένως γιατί μειώνουν τις απαιτήσεις για ινσουλίνη και βελτιώνουν τα επίπεδα χοληστερόλης του αίματος. Άλλες έρευνες έδειξαν τη συσχέτιση του γλυκαιμικού δείκτη με την παχυσαρκία. Δίαιτες με χαμηλό ΓΔ μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να χάσουν βάρος, επειδή τους χορταίνουν περισσότερο και για περισσότερη ώρα. Όμως χρειάζονται περισσότερες μελέτες για να αποδειχτεί κάτι τέτοιο.

Γι αυτόν τον λόγο έγινε και το πρόσφατο συνέδριο στη Στρέσα, όπου επιστήμονες από 10 διαφορετικές χώρες που συμμετείχαν συμφώνησαν για το πόσο σημαντικό είναι να αναγράφεται ο γλυκαιμικός δείκτης και το γλυκαιμικό φορτίο στις ετικέτες τροφίμων. Η διεθνής επιστημονική διάσκεψη κορυφής επίσης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι υδατάνθρακες σε διάφορα τρόφιμα επηρεάζουν το μεταγευματικό σάκχαρο στο αίμα με διαφορετικό τρόπο, με σημαντικές συνέπειες για την υγεία.

Η δήλωση αναφέρει ότι τα τρόφιμα με χαμηλό ΓΔ βοηθούν να μειωθεί ο κίνδυνος για διαβήτη τύπου 2, γιατί βοηθά στον έλεγχο της γλυκόζης στο αίμα. Επίσης, βοηθά σε καρδιακές παθήσεις και στη διαχείριση του βάρους.

Οι επιστήμονες επεσήμαναν ωστόσο ότι η ταχεία αύξηση του διαβήτη και της παχυσαρκίας σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη για καλύτερη ενημέρωση σχετικά με τον ΓΔ και το ΓΦ. Πρέπει να αναπτυχθούν πιο ολοκληρωμένοι πίνακες σύνθεσης τροφίμων για τον Γ.Δ/Γ.Φ.

Ο πρόεδρος του τμήματος διατροφής στο Harvard και συμμετέχοντας του συνεδρίου Walter Willett δήλωσε ότι πρέπει να δώσουμε ουσιαστικά αποδεικτικά στοιχεία ότι τα τρόφιμα με υψηλό Γ.Δ/Γ.Φ συμβάλλουν στον κίνδυνο του διαβήτη τύπου 2 και στα καρδιαγγειακά νοσήματα και ότι η μείωση του Γ.Δ/Γ.Φ πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για τη δημόσια υγεία.