Ο σακχαρώδης διαβήτης στην εγκυμοσύνη

289

Ο ορισμός του σακχαρώδους διαβήτη στην εγκυμοσύνη (Διαβήτης Κύησης) είναι η διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη, η οποία διαπιστώνεται για πρώτη φορά κατά την εγκυμοσύνη.

Η πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι >7% με αυξητική τάση και πρέπει να διαγνωστεί εγκαίρως, ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά.

 

Τι συμβαίνει στο σώμα της γυναίκας

Με τη λήψη της τροφής το σώμα παράγει μια ορμόνη, την ινσουλίνη, που είναι και η υπεύθυνη για τη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Κατά την εγκυμοσύνη, το σώμα χρειάζεται μεγαλύτερη ποσότητα ινσουλίνης και εάν αυτή η ποσότητα δεν είναι επαρκής, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα ανεβαίνουν. Αυτό ακριβώς είναι ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης. Επίσης, επειδή η εγκυμοσύνη είναι μια “διαβητογόνος” κατάσταση, μπορεί να επιδεινωθεί ένας προϋπάρχων υποκλινικός διαβήτης.  Επειδή ο – μη ρυθμισμένος – σακχαρώδης διαβήτης της εγκυμοσύνης αυξάνει τους κινδύνους για εμφάνιση επιπλοκών τόσο στο έμβρυο όσο και στη μητέρα, πρέπει να παρακολουθείται συχνά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Μετά τον τοκετό θα πρέπει να επανεκτιμηθεί η κατάσταση της μητέρας, γιατί υπολογίζεται ότι 40% των γυναικών αυτών μπορεί να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ (μη ινσουλινοεξαρτώμενο) μέσα στην επόμενη δεκαετία.

 

Τρόποι Διάγνωσης

Τα κριτήρια διάγνωσης του διαβήτη της κύησης, με την ευρύτερη αποδοχή διεθνώς, έχουν τεθεί από την ADA (American Diabetes Association).  Η διαδικασία περιλαμβάνει δύο βήματα για τη διάγνωση του διαβήτη της κύησης: τη δοκιμασία ανίχνευσης (screening) και τη δοκιμασία διάγνωσης. H θετική δοκιμασία ανίχνευσης οδηγεί στην ανάγκη διεξαγωγής της δοκιμασίας διάγνωσης, ενώ η θετική δοκιμασία διάγνωσης θέτει την οριστική διάγνωση του διαβήτη κύησης. Η δοκιμασία ανίχνευσης χαρακτηρίζεται θετική, εάν η τιμή της γλυκόζης είναι ≥140 mg/dl, με αποτέλεσμα η ασθενής να υποβληθεί στη διαδικασία διάγνωσης. Σε περίπτωση που η δοκιμασία ανίχνευσης είναι αρνητική, η ασθενής επανεξετάζεται, ανάλογα με την ομάδα κινδύνου στην οποία ανήκει. Για να χαρακτηριστεί η δοκιμασία διάγνωσης θετική, θα πρέπει μια τιμή γλυκόζης να είναι ίση ή υψηλότερη από τα εξής όρια: Γλυκόζη νηστείας 92 mg/dl, Γλυκόζη σε 1 ώρα 180 mg/dl, Γλυκόζη σε 2 ώρες 153 mg/dl.

 

Επιπλοκές του Διαβήτη Κύησης

Ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αυξάνει τον κίνδυνο για μια σειρά από επιπλοκές, όπως:

• Εμφάνιση υπερτασικής νόσου στη μητέρα

• Υδράμνιο

• Ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου

• Εμφάνιση συγγενών ανωμαλιών

• Μακροσωμία του εμβρύου

 

Μετά τον τοκετό:

• Εμφάνιση υπογλυκαιμίας

• Υπασβεστιαιμία

• Σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας στο έμβρυο

 

Παράμετροι παρακολούθησης

Μετά τη διάγνωση του διαβήτη της κύησης, η ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται ως έγκυος υψηλού κινδύνου. Στις παραμέτρους παρακολούθησης περιλαμβάνονται:

• Σωματικό βάρος

• Αρτηριακή πίεση

• Γλυκόζη αίματος

• Φρουκτοζαμίνη

• Τριγλυκερίδια του ορού

• Υπερηχογραφικός έλεγχος της ανάπτυξης του εμβρύου

 

Θεραπευτική προσέγγιση – πριν και μετά τον τοκετό

Η θεραπεία για την αντιμετώπιση της υπεργλυκαιμίας περιλαμβάνει την εκπαίδευση σε θέματα διατροφής, στον τρόπο παρακολούθησης της γλυκόζης αίματος και ούρων και στον έλεγχο του σωματικού βάρους. Ως στόχοι, καλό θα είναι να τίθενται επίπεδα γλυκόζης χαμηλότερα από 90 mg/dl πριν από το πρωινό και μικρότερα από 120 mg/dl μια ώρα μετά το γεύμα. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό, θα πρέπει να γίνεται επανεκτίμηση του διαιτολογικού προγράμματος, έναρξη αερόβιας άσκησης ή έναρξη θεραπείας με ινσουλίνη.

 

Ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αυξάνει τον κίνδυνο για μία σειρά επιπλοκών ή βεβαρημένων καταστάσεων τόσο στο παιδί όσο και στη μητέρα στο μέλλον. Για τους λόγους αυτούς, θα πρέπει απαραίτητα το παιδί να παρακολουθείται, η δε μητέρα να επανεκτιμάται μετά τον τοκετό και να αντιμετωπίζεται ανάλογα.