Ινσουλινοθεραπεία

483

H ανακάλυψη της ινσουλίνης το 1922 αποτέλεσε το πιο κομβικό σημείο στην αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη (ΣΔ). Ονομάστηκε, όχι άδικα, ως φάρμακο της ζωής, ειδικά για τα άτομα με ΣΔ τύπου 1, τα οποία κάνουν ινσουλίνη καθημερινά και εφ’ όρου ζωής. Τα τελευταία χρόνια με την ευρεία χρήση των αναλόγων της ινσουλίνης, τόσο της ταχείας όσο και παρατεταμένης δράσης, η ρύθμιση του ΣΔ έχει βελτιωθεί σημαντικά σε σημείο που να πλησιάζει το φυσιολογικό πρότυπο, με αποτέλεσμα την έγκαιρη πρόληψη των επιπλοκών και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής.

Νεότερα ανάλογα ινσουλίνης

Τα ανάλογα της ινσουλίνης δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1990 και προέκυψαν από την ανάγκη για καλύτερη ρύθμιση του ΣΔ. Παρουσιάζουν σημαντικές φαρμακοκινητικές και φαρμακοδυναμικές διαφορές από τις ανθρωπίνου τύπου ινσουλίνες γεγονός που καθιστά τη χρήση τους πιο εύκολη και οδηγούν σε καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Ανάλογα ινσουλίνης ταχείας δράσης

Η ανθρώπινη ινσουλίνη ταχείας δράσης έχει έναρξη δράσης στα 30-45 λεπτά, κορύφωση στις 2-3 ώρες και διάρκεια 5-8 ώρες, ενώ τα ανάλογα υπερταχείας δράσης έχουν έναρξη δράσης στα 5-15 λεπτά, κορύφωση στις 1-2 ώρες και διάρκεια δράσης 4 ώρες.

Τα χαρακτηριστικά αυτά επιτρέπουν τη χορήγηση ινσουλίνης αμέσως πριν από την έναρξη του γεύματος, γεγονός που έχει πρακτική σημασία στην καθημερινότητα των διαβητικών (η ινσουλίνη μπορεί να γίνει μέχρι και αμέσως μετά το γεύμα).  Η μικρότερη διάρκεια δράσης έχει ως συνέπεια τη μείωση της πιθανότητας παρουσίασης υπογλυκαιμίας, άρα και τη μείωση της ανάγκης για λήψη μικρού γεύματος πριν από το επόμενο γεύμα.  Οι ιδιότητες αυτές των αναλόγων υπερταχείας δράσης επιτρέπουν καλύτερη ρύθμιση (βελτίωση της μεταγευματικής υπεργλυκαιμίας και της HbA1c) και ταυτόχρονα μεγαλύτερη ευελιξία στο ωράριο των γευμάτων.

Ανάλογα βασικής ινσουλίνης (βραδείας δράσης)

Ο ΣΔτ2 αφορά περισσότερους από το 90% των ατόμων με διαβήτη και χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση υπεργλυκαιμίας, λόγω σχετικής ή απόλυτης έλλειψης ινσουλίνης. Η χορήγηση εξωγενούς ινσουλίνης, αν και αποτελεί μια φυσιολογική εξέλιξη στη θεραπευτική προσέγγιση αυτών των ασθενών, εξακολουθεί να αποτελεί μια δύσκολη απόφαση για πολλούς ιατρούς και ασθενείς.

Τα σύγχρονα ανάλογα βασικής ινσουλίνης έχουν έναρξη δράσης περίπου στις 2 ώρες και συνολική διάρκεια δράσης περίπου 24 ώρες για κάποια από αυτά και μεγαλύτερη από 24 ώρες για κάποια άλλα, χωρίς σημαντική κορύφωση.  Χορηγούνται μία φορά την ημέρα, κατά προτίμηση πριν από τη βραδινή κατάκλιση, με στόχο την κάλυψη των βασικών αναγκών σε ινσουλίνη ανάμεσα στα γεύματα και την καταστολή της παραγωγής γλυκόζης από το ήπαρ.  Η έλλειψη κορύφωσης συνεπάγεται μικρότερη πιθανότητα για υπογλυκαιμίες.

Μείγματα ινσουλίνης

Τα μείγματα ινσουλίνης περιλαμβάνουν προγεμισμένες ενέσεις με συγκεκριμένη αναλογία (30/70, 25/75 ή 50/50) ταχείας ή υπερταχείας δράσης με ενδιάμεσης ή βραδείας δράσης ινσουλίνη. Χρησιμοποιούνται κυρίως στο ΣΔ2, συνήθως δύο φορές την ημέρα (πριν το πρωινό και πριν το δείπνο) είτε μόνα τους είτε σε συνδυασμό με δισκία (κυρίως μετφορμίνη) ή μία δόση ταχείας ή υπερταχείας δράσης ινσουλίνη πριν το μεσημεριανό γεύμα.

Το μειονέκτημα αυτού του σχήματος είναι ότι περιορίζει την ευελιξία στο ωράριο των γευμάτων, ενώ φαίνεται να μειονεκτεί και στη ρύθμιση του ΣΔ σε σχέση με το ενταντικοποιημένο σχήμα.

Σήμερα, υπάρχουν πολλές επιλογές ινσουλίνης σε διάφορες κατηγορίες, οι οποίες καλύπτουν το σύνολο των ατόμων με ΣΔ και καθιστούν τη θεραπεία με ινσουλίνη εύκολη, αποτελεσματική και ασφαλή.

Συμπεράσματα

Τα κριτήρια χορήγησης του κάθε σχήματος χορήγησης ινσουλίνης εξατομικεύονται ανάλογα με το γλυκαιμικό στόχο, το ιατρικό ιστορικό και τη γενικότερη κατάσταση του κάθε ασθενούς. Βασικοί στόχοι παραμένουν η πρόληψη ή τουλάχιστον η επιβράδυνση της εξέλιξης των επιπλοκών του ΣΔ, η αποφυγή υπογλυκαιμικών επεισοδίων και τελικά η βελτίωση της ποιότητας ζωής. Ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας με ινσουλίνη παραμένει η έγκαιρη έναρξη βασικής ινσουλίνης και η έγκαιρη και επαρκής εντατικοποίηση της θεραπείας, όταν αυτή απαιτείται.