Μονογονιδιακός Σακχαρώδης Διαβήτης MODY

5797

Η αιτιοπαθογένεια του σακχαρώδους διαβήτη (ΣΔ) είναι πολυπαραγοντική με ισχυρή γενετική πολυγονιδιακή βάση, αλλά και καθοριστική συμβολή περιβαλλοντικών επιδράσεων. Ο μονογονιδιακός ΣΔ (MODY, maturity – onset diabetes of the young), αποτελεί ένα ξεχωριστό τύπο διαβήτη, ο οποίος προκύπτει από μετάλλαξη ή μεταλλάξεις σε ένα μόνο γονίδιο. Κληρονομείται με τον επικρατούντα ή υπολειπόμενο αυτοσωμικό χαρακτήρα και συνήθως παρουσιάζεται στην εφηβική ηλικία. Οι περιπτώσεις MODY αντιστοιχούν περίπου σε 1% – 5% όλων των περιπτώσεων διαβήτη.

Ο MODY είναι ομάδα ετερογενής τόσο όσον αφορά τις κλινικές εκδηλώσεις, όσο και τη γενετική και την παθοφυσιολογία, αφού έχουν πλέον εντοπιστεί μεταλλάξεις σε τουλάχιστον 6 διαφορετικά γονίδια. Έτσι, προκύπτουν οι διαφορετικοί υπότυποι MODY.  Ο MODY 1 οφείλεται σε μετάλλαξη του γονιδίου HNF4A, ο MODY 2, πολύ συχνότερος, σε μετάλλαξη του γονιδίου της γλυκοκινάσης, μπορεί δε να εμφανισθεί και στη βρεφική ηλικία, ο MODY 3 και συχνότερος οφείλεται σε μετάλλαξη του γονιδίου TCF1, o MODY 4 προκαλείται από μετάλλαξη στο γονίδιο IDF1 ή IDX1, ο MODY 5 στο γονίδιο TCF2, και ο MODY 6 σε βλάβη του γονιδίου BETA2 ή NeuroD1.

Τα άτομα που πάσχουν από MODY μπορεί να είναι ασυμπτωματικά ή να εμφανίζουν υπεργλυκαιμία σε τυχαίες εργαστηριακές εξετάσεις. Τα κύρια χαρακτηριστικά του MODY είναι τα εξής:

  • Εμφανίζεται σε νεαρή ηλικία (πριν το 25ο έτος).
  • Συνήθως είναι μη ινσουλινοεξαρτώμενος με ανιχνεύσιμα επίπεδα C-πεπτιδίου, 5 έτη μετά τη διάγνωση.
  • Κληρονομείται με επικρατούντα αυτοσωμικό χαρακτήρα μεταβιβαζόμενος διαδοχικά από γενεά σε γενεά (τουλάχιστον 2 γενεές με πάσχοντα από MODY μέλη).
  • Τα άτομα αυτά, συνήθως, δεν είναι παχύσαρκα και δεν εμφανίζουν παράγοντες κινδύνου για ΣΔ

 

Ο MODY 2 αποτελεί την πιο συχνή μορφή MODY. Οι τιμές του σακχάρου στα άτομα αυτά είναι γενικά υψηλές, δηλαδή μεταξύ 100-150 mg/dl και παραμένουν σε αυτά τα επίπεδα για όλη τη ζωή τους. Τα άτομα αυτά είναι χαρακτηριστικό ότι τελικά δεν αναπτύσσουν ΣΔ τύπου 2, ούτε εμφανίζουν τις μικροαγγειακές επιπλοκές του ΣΔ.  Αντίθετα, στο MODY 3, οι πάσχοντες παρουσιάζουν πολύ υψηλά επίπεδα σακχάρου από 300 μέχρι 500 mg/dl. Οι ασθενείς αυτοί είναι νέοι, λεπτοί και μοιάζουν πολύ με αυτούς που έχουν ΣΔ τύπου 1.  Η διαφορά τους, όμως, είναι ότι αυτοί έχουν οικογενειακό ιστορικό (γονέας εμφάνισε ΣΔ σε νέα ηλικία) και επίσης, διατηρούν την ικανότητα να παράγουν C-πεπτίδιο, ακόμα και 5 χρόνια μετά την διάγνωση και δεν έχουν αυτο-αντισώματα.

 

Σε αντίθεση με τα άτομα που πάσχουν από ΣΔ τύπου 1 και αντιμετωπίζονται αποκλειστικά με ινσουλίνη, τα άτομα με MODY συχνά θεραπεύονται με φάρμακα χορηγούμενα από το στόμα. Φυσικά, η θεραπευτική αντιμετώπιση εξαρτάται από το είδος της γενετικής μετάλλαξης που προκάλεσε την εμφάνιση του MODY.  Οι ασθενείς με  MODY είναι πολύ ευαίσθητοι στις σουλφονυλουρίες και με πολύ μικρές δόσεις μπορούν να ρυθμιστούν άριστα χωρίς να κινδυνεύουν από υπογλυκαιμίες.  Όταν γίνει η διάγνωση, η οποία απαιτεί γονιδιακό έλεγχο, μπορεί να διακοπεί η ινσουλίνη που τυχόν παίρνουν και να πάρουν μια μικρή δόση σουλφονυλουρίας.