ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ ΚΑΙ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΤΙΚΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΣΕ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

243

Ο διαβητικοί ασθενείς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για οστεοπορωτικά κατάγματα σε σχέση με τους συνομήλικούς τους  που δεν πάσχουν από διαβήτη.  Συγκεκριμένα, σε νέους ασθενείς με διαβήτη τύπου I, όπου υπάρχει παθολογική μείωση της παραγωγής της ινσουλίνης, ο αναπτυσσόμενος σκελετός έχει λιγότερη οστική μάζα και αυξημένο κίνδυνο εύκολων καταγμάτων.  Η βασική αιτία είναι το γεγονός ότι η ινσουλίνη είναι ένας αναβολικός παράγοντας που συμβάλλει στην ανάπτυξη των οστών και την αντοχή τους.  Τονίζεται, πάντως, ότι οι νέοι διαβητικοί που κάνουν σωστά τη θεραπεία δεν κινδυνεύουν ιδιαίτερα  να πάθουν νεανική οστεοπόρωση.   Στην περίπτωση του διαβήτη τύπου ΙΙ, όπου ανήκουν άτομα μέσης και τρίτης ηλικίας και όπου συνήθως δεν υπάρχει έλλειψη στην παραγωγή της ινσουλίνης αλλά περισσότερο αδυναμία στη λειτουργία της σαν υπογλυκαιμικός παράγοντας, υπάρχει το ακόλουθο παράδοξο.  Ενώ η οστική πυκνότητα στη μέτρησή της με διπλή απορροφησιομετρία  ακτίνων  Χ είναι φυσιολογική ή και σχετικά αυξημένη, παρατηρείται μεγαλύτερος αριθμός αναίτιων καταγμάτων σε σχέση με συνομήλικους  μη διαβητικούς.  Τα κατάγματα αυτά είναι συχνότερα στα κάτω άκρα, κυρίως στις ποδοκνημικές αρθρώσεις.   Αιτία των καταγμάτων αυτών στους διαβητικούς τύπου ΙΙ είναι ο αυξημένος αριθμός των πτώσεων που παθαίνουν, λόγω των επιπτώσεων του διαβήτη στην όραση και τις νευρομυικές λειτουργίες (π.χ.  στην περιφερικού τύπου νευρίτιδα).  Η διόρθωση του διαβήτη τύπου ΙΙ βοηθά έμμεσα και στην πρόληψη των οστεοπορωτικών καταγμάτων του περιφερικού σκελετού, ιδιαίτερα των κάτω άκρων, ενώ σε ιστορικό προηγηθέντων καταγμάτων συνιστάται έναρξη οστεοπορωτικής φαρμακευτικής θεραπείας, άσχετα αν στην μέτρηση υπάρχει οστεοπόρωση.  Τέλος, ορισμένα αντιδιαβητικά φάρμακα πιθανόν αυξάνουν τον κίνδυνο για νέα οστεοπορωτικά κατάγματα.

Η συνιστώμενη αντιοστεοπορωτική αγωγή σε διαβητικούς περιλαμβάνει καταρχήν την επαρκή πρόσληψη ασβεστίου σε ημερήσια δόση 800 – 1000 χιλιοστόγραμμα.  Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί σε 3 μερίδες γαλακτοκομικών (ένα ποτήρι γάλα με χαμηλά λιπαρά, ένα κεσεδάκι γιαούρτι με χαμηλά λιπαρά και 30 γρ. γραβιέρα προσφέρουν 900 περίπου χιλιοστόγραμμα ασβεστίου.  Εφόσον δεν είναι  δυνατή η πρόσληψη και των τριών αυτών μερίδων γαλακτοκομικών, συνιστάται η καθημερινή πρόσληψη ενός μασώμενου  δισκίου 500 χιλιοστογράμμων ανθρακικού ασβεστίου και 1-2 μερίδων γαλακτοκομικών.  Συμπληρωματικά, συνιστάται η καθημερινή λήψη 800 – 1000 διεθνών μονάδων βιταμίνης  D3.  Επίσης, συνιστάται η εκτίμηση του καταγματικού κινδύνου από το θεράποντα ιατρό με τον υπολογιστικό τύπο FRAX και χορήγηση αντιοστεοπορωτικής αγωγής σε άτομα με αυξημένο κίνδυνο (άσχετα αν δεν έχουν οστεοπόρωση στην μέτρηση).  Τα περισσότερα αντιοστεοπορωτικά φάρμακα μειώνουν τον καταγματικό κίνδυνο κατά 30 – 50% , ενώ συγκεκριμένα φάρμακα μειώνουν και τον καταγματικό κίνδυνο για κάταγμα στην περιοχή του ισχίου.  Η συμμόρφωση στη φαρμακευτική θεραπεία πρέπει να είναι τουλάχιστον 80% για να πετύχουν τα αποτελέσματα που αναφέρθηκαν.

Η μη φαρμακευτική θεραπεία πρέπει να επικεντρώνεται, κυρίως, στην μυϊκή ενδυνάμωση και την πρόληψη των πτώσεων. Για το σκοπό αυτό, συνιστάται η συνεργασία του θεράποντα ιατρού με φυσιοθεραπευτή.

Το πρόγραμμα της παρακολούθησης των διαβητικών από πλευράς της πρόληψης της οστεοπόρωσης μπορεί να γίνεται κάθε διετία.  Αντίθετα, διαβητικοί με αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων πρέπει να ελέγχονται εργαστηριακά και κλινικά σε ετήσια βάση με έμφαση στη σωστή (μεγαλύτερη του 80%) συμμόρφωση στη συνιστώμενη θεραπεία.