Αρχική Διαβήτης Υγεία - επιστήμη Ένας υπνάκος κάνει καλό στην υγεία; Πότε και πόσο;

Ένας υπνάκος κάνει καλό στην υγεία; Πότε και πόσο;

Ένας υπνάκος κάνει καλό στην υγεία;  Πότε και πόσο;

Οικονόμου Νικόλαος-Τιβέριος

Νευρολόγος-Κλινικός Νευροφυσιολόγος

Ειδικός Ιατρός Ύπνου – Επιληψίας

Ο υπνάκος ή αλλιώς nap ή σιέστα, είναι μια συνήθεια που απαντάται (ακόμη) στη χώρα μας, στην Μεσόγειο, αλλά και εν γένει στη ζώνη περί τον Ισημερινό. Είναι μια αρχαία συνήθεια (υπάρχουν αναφορές στους Αιγύπτιους, ενώ ο όρος «σιέστα» αποδίδεται στους Ρωμαίους και προέρχεται από την παράφραση του “sexta” ήτοι την 6η ώρα μετά την ανατολή), που φαίνεται ότι είναι απόρροια των κλιματικών συνθηκών, όπως π.χ. του γεγονότος ότι κατά τις μεσημεριανές ώρες η θερμοκρασία είναι αποτρεπτική για εντατική απασχόληση. Σε κάποιες κουλτούρες (π.χ. στη Μεσόγειο) θεωρείται κάτι φυσιολογικό, ενώ σε άλλα μέρη όπως στην κεντρική/βόρεια Ευρώπη ή στις ΗΠΑ μπορεί να θεωρηθεί έως και δείγμα ασθένειας.

Από την σκοπιά της ιατρικής του ύπνου, ο «υπνάκος» για να θεωρηθεί κάτι ευεργετικό και χρήσιμο για αυτόν που το κάνει, πρώτα θα πρέπει να εξεταστεί αν είναι δείγμα παθολογικής υπνηλίας. Με άλλα λόγια, εξετάζεται κατά πόσο η συχνότητα με την οποία γίνεται/γίνονται μέσα στην ημέρα και η διάρκεια αυτού/αυτών αποτελεί έμμεσο δείκτη νυκτερινού ύπνου κακής ποιότητας ή περιορισμένης ποσότητας.

Οι διαταραχές του ύπνου είναι εξαιρετικά συχνές (ενδεικτικά η χρόνια αϋπνία αφορά στο 15% του γενικού πληθυσμού, η υπνική άπνοια το 20%, η νόσος ανήσυχων άκρων το 5-8% κ.λπ.). Συχνά δε, η διάγνωση των υπνικών διαταραχών γίνεται από τα ημερήσια συμπτώματα, όπως η παθολογική υπνηλία, η εύκολη κόπωση, οι μειωμένες δεξιότητες κ.ο.κ.

Έτσι, ένας ασθενής που πάσχει από υπνική άπνοια είναι πολύ συχνό φαινόμενο να αποκοιμάται εύκολα σε στιγμές αδράνειας (στον καναπέ, σαν επιβάτης σε όχημα, αλλά ακόμη και σαν οδηγός αυτού…). Συνεπώς, αυτοί οι μικροί ύπνοι είναι εξαιρετικά ύποπτοι για υποκείμενη υπνική άπνοια ή άλλη διαταραχή του ύπνου.

Πέρα όμως από τις περιπτώσεις naps, λόγω κακής ποιότητας ύπνου, αυτοί μπορεί να λαμβάνουν χώρα και λόγω ανεπαρκούς ύπνου. Το σύνδρομο χρόνιας στέρησης ύπνου, είναι μια πραγματική μάστιγα στη  σημερινή κοινωνία: Αφορά 1 στους 3 συμπολίτες μας και οφείλεται σε αυξημένες επαγγελματικές δραστηριότητες ή στην αύξηση του τύπου της εργασίας σε βάρδιες/κυλιόμενα ωράρια. Το αποτέλεσμα είναι το άτομο να στερείται πολύτιμο χρόνο ύπνου και να παρουσιάζει μέσα στην ημέρα υπνηλία, κόπωση και μειωμένες δεξιότητες.

Από τη στιγμή, λοιπόν, που ως υπνολόγοι έχουμε βεβαιωθεί ότι το άτομο που κάνει υπνάκους μέσα στην ημέρα δεν το κάνει ως έκφραση σημαντικής υπνηλίας, λόγω αναπλήρωσης χαμένου νυκτερινού ύπνου ή «κακού» ύπνου, επικεντρωνόμαστε στο «πότε και πόσο».

Το «πότε» συχνότερα αφορά στις μεσημεριανές ώρες και μπορεί να είναι και καθημερινό.

Το «πόσο», έχει να κάνει με τη διάρκεια του «υπνάκου». Φαίνεται ότι ο υπνάκος με διάρκεια μικρότερης των 30’ είναι πλέον ευεργετικός για τον οργανισμό.

 

Ύπνος μεγαλύτερης διάρκειας ενέχει τους εξής κινδύνους:

  1. Να καταστήσει δυσκολότερη την έλευση ή διατήρηση του νυκτερινού ύπνου κατακερματίζοντάς τον και ελαττώνοντας τόσο τη διάρκεια όσο και την ποιότητά του.
  2. Εάν διαρκέσει άνω των 20-30’ αυτό σημαίνει ότι σε επίπεδο «αρχιτεκτονικής» του ύπνου, αυτός δεν θα περιοριστεί στα πρώτα «ελαφριά» στάδια, αλλά θα περάσει και στο «βαθύ» ύπνο (ύπνος βραδέων κυμάτων) και στον ύπνο REM (ύπνο όπου βλέπουμε τα όνειρά μας), με αποτέλεσμα κατά την αφύπνιση να είναι δύσκολο και χρονοβόρο να βρεθούμε σε κατάσταση πλήρους εγρήγορσης/αντιληπτικότητας και πνευματικής διαύγειας. Πέραν αυτού, θα υπάρξει και αρνητική επίπτωση στην ποιότητα και ποσότητα του νυκτερινού ύπνου.

Έτσι, στην τρέχουσα βιβλιογραφία προτείνεται η πραγματοποίηση μιας σιέστας (εφόσον είναι επιθυμητή), αρκεί αυτή να είναι σύντομη (έως 30΄) και αρκεί να μην «αντιρροπεί» «κακό ή λίγο» νυκτερινό ύπνο.

preloader