Όταν η Παθολογία συνάντησε το Σακχαρώδη Διαβήτη

263

Πώς είναι δυνατό να συμβεί μια τέτοια συνάντηση;  Η παθολογία και ο σακχαρώδης διαβήτης, είναι έννοιες ιδεατές. Παράγωγα πνευματικής διεργα-σίας.  Ως τέτοια, στερούνται υλικής υπόστασης. Γεγονός, που από μόνο του, καθιστά αδύνατη τη συνάντησή τους. Εντούτοις, το αντάμωμα έγινε. Γνωρίζουμε το ‘‘πότε’’. Είναι δεδομένο.  Το επιβεβαιώνουν μαρτυρίες. Και μάλιστα, μαρτυρίες γραπτές.  Μη επιδεχόμενες αμφισβήτησης.

Θα  ανατρέξουμε στις γραπτές πηγές  σε αναζήτηση της χρονικής στιγμής – μίας ή και περισσότερων – που η παθολογία συνάντησε το σακχαρώδη διαβήτη.  Η πρώτη γραπτή αναφορά, για την έξοδο της ‘‘Τέχνης’’ από το ‘‘άβατο’’, είναι καταχωρημένη στην Ιλιάδα. Ο Όμηρος αναφέρεται σε δύο γιατρούς, γιούς του Ασκληπιού. Τον Ποδαλείριο και το Μαχάων.

 

Ο Ποδαλείριος, πήρε τ’ όνομά του, από τα όμορφα πόδια του. Σύνθετη η λέξη του ονόματος.  Ποδαλείριος = πους + λείριον, όπου λείριον το άνθος νάρκισσος ή κρίνος. Άνθος εντυπωσιακά όμορφο. Το Ποδαλείριος, λοιπόν, κατά κυριολεξία, μεταφράζεται ως ‘‘Ναρκισο-πόδης’’ ή ‘‘Κρινοπόδης’’. Στη σύγχρονη γλώσσα, θα μπορούσαμε να τον πούμε και «Ωραιοπόδη»! Ασχολία και ευθύνη του, οι ‘‘Θεόσταλτες’’ νόσοι. Ασκούσε την ιατρική και διαχειριζόταν τα ‘‘αόρατα’’ νοσήματα, που οφείλονταν είτε στα κακά πνεύματα είτε ήταν αποτέλεσμα θεϊκής τιμωρίας.

Ο άλλος αδερφός, ο Μαχάων, είχε εστιάσει το ενδιαφέρον του στα ‘‘επίκτητα’’ νοσήματα. Τα ‘‘ορατά’’. Ως τέτοια, λογίζονται τα τραύματα από ατυχήματα ή από πολεμικές συρράξεις. Ήταν ‘‘στρατιωτικός’’ γιατρός. Συμμετέχει ενεργά στην περίθαλψη τραυματιών κατά τον Τρωικό πόλεμο. Στην Ιλιάδα αναφέρεται να πρωταγωνιστεί σε δύο επεισόδια. Στο ένα, ως θεραπευτής, στο άλλο ως θύμα. Θύμα τραυματισμού, ο οποίος στοίχισε και τη ζωή του.

Ως θεραπευτή τον καλεί επειγόντως ο Αγαμέμνονας, να περιποιηθεί το Μενέλαο, όταν τραυματισμένο τον μετέφεραν στη σκηνή του.

 

Θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος. Τι σχέση έχουν οι Ομηρικοί γιατροί και πώς συνδέονται με το θέμα;  Σωστή η ένσταση, από πρώτη ματιά. Λογική η απορία. Ας δούμε όμως, αν έτσι έχουν τα πράγματα.

Πρώτος σταθμός ο 3ος αιώνας π.Χ. στη Μέμφιδα. Σε γραπτό του Απολλώνιου, περιγράφεται η κλινική εικόνα νόσου, που τα χαρακτηριστικά της σημεία ταιριάζουν απόλυτα με εκείνα του σακχαρώδους διαβήτη. Χρησιμοποιεί όρους, όπως: ‘‘χωρίς επίσχεσιν’’ (για τα ούρα) και ‘‘χωρίς αναβολήν’’ (για την ούρηση), στοιχεία τα οποία παραπέμπουν στο διαβήτη.

Έναν αιώνα αργότερα, ο Δημήτριος, που ασκούσε και δίδασκε ιατρική στην Απάμεια, πόλη της Βιθυνίας στη Μ. Ασία, εντόπισε, περιέγραψε και ονομάτισε με τον όρο ‘‘Διαβήτη’’, παρόμοια με εκείνην του Απολλωνίου, κλινική οντότητα.  Για το Δημήτριο από την Απάμεια, υπάρχουν ελάχιστα  βιογραφικά στοιχεία που είναι γνωστά. Στη ‘‘διαχρονική ιστορία του διαβήτη από την αρχαιότητα μέχρι την Αναγέννηση’’, αναφέρεται ως ο πρώτος γνωστός γιατρός, που χρησιμοποίησε τον όρο ‘‘Διαβήτης’’ για τη νόσο.

Το 41 μ.Χ. στη Ρώμη. Ο γιατρός Κέλσος, συγγραφέας Ιατρικής Εγκυκλοπαίδειας, περιγράφει κατάσταση που ταιριάζει με την κλινική εικόνα του διαβήτη. Δε χρησιμοποιεί τον ορισμό του Δημητρίου. Την αποκαλεί ‘‘έκδηλη αποβολή ούρων’’ και τη χαρακτηρίζει ‘‘αιτία απίσχνασης και κινδύνου’’.

Ο επόμενος που ασχολήθηκε επισταμένως με την κλινική οντότητα αυτή, είναι ο Αρεταίος από την Καππαδοκία. Είναι ο γιατρός που πρότεινε ή μάλλον που καθιέρωσε τον όρο ‘‘Διαβήτης’’ για τη νόσο. Για το ‘‘πρότεινε’’ υπάρχουν κάποιες αντιρρήσεις. Για το ‘‘καθιέρωσε’’, επικρατεί ομοφωνία. Αξίζει νομίζω τον κόπο, να διερευνήσουμε το θέμα.

Όπως είναι γνωστό, στον Αρεταίο αποδίδεται ο όρος ‘‘Διαβήτης’’. Και, παρά την όποια επιφύλαξη, καλώς. ‘Όμως, ο ίδιος, φαίνεται ν’ αποποιείται την πατρότητα του όρου! Συγκεκριμένα γράφει: ‘‘Τή δε μοι δοκέει καλέεσθαι διαβήτης επίκλησιν, οκοίον τι διαβήτης εών. Ούνεκεν εν τω σκήνει το υγρόν, ου μέμνει, αλλ’ όκως διαβάθρη τω ανθρώπω ες έξοδον χέεται’’.  Ας δούμε και την-όσο το δυνατόν- πιο πιστή μετάφραση. ‘‘Γι’ αυτό το λόγο νομίζω ότι ονομάσθηκε διαβήτης η πάθηση, γιατί μοιάζει με σίφωνα, επειδή τα υγρά δεν παραμένουν στο σώμα, αλλά χρησιμοποιώντας αυτό ως σιφόνι, δια μέσω αυτού αποβάλλονται προς τα έξω’’.

Τι συμπέρασμα βγαίνει από τη διατύπωση; Ότι γνώριζε τον όρο. Διαφορετικά στην πρόταση θα χρησιμοποιούσε το ρήμα σε χρόνο ενεστώτα, λέγοντας ‘‘καλώ’’, ‘‘ονομάζω’’, την πάθηση Διαβήτη. Τη λεπτομερή περιγραφή της κλινικής εικόνας του Διαβήτη, καταχωρεί στο τέταρτο βιβλίο του, στο ‘‘Περί αιτιών και σημείων χρονίων νόσων’’. Προκαλεί εντύπωση ο τρόπος που διατυπώνει τις σκέψεις του.  Μεθοδικά, με απλό, κατανοητό λόγο, ακρίβεια και σαφήνεια. Όλα αυτά προδίδουν άτομο με άρτια εκπαίδευση, διαλεκτική σκέψη, θαυμαστή κρίση, βαθειά γνώση.

Στο κείμενο με την περιγραφή του Διαβήτη, υπάρχει μια παρατήρηση που ξαφνιάζει. Την καταγράφει μάλιστα δύο φορές στην ίδια σελίδα. Γράφει στο όγδοο κεφάλαιο: ‘‘ Η. Περί διαβήτεω. Θώμα τω διαβητέω πάθος, ου κάρτα ξύνηθες ανθρώποισι: σαρκών και μελών ες ούρον η ξύντηξις. (…) Ούτε γαρ τι εκ της πόσιος μέγας ες το σκήνος έρχεται και ξυναπέρχεται των σαρκών εις τα ούρα μυρία’’.

Σε κατά το δυνατόν πιστή μετάφραση: ‘‘ Η Περί του Διαβήτη. Ο Διαβήτης είναι πολύ σοβαρή νόσος, αλλά δεν είναι αρκετά συχνή στους ανθρώπους. Η σοβαρότητα της πάθησης αποδίδεται στο γεγονός ότι προκαλεί την τήξη της σάρκας των μελών του ανθρώπινου σώματος και την αποβολήν της από τα ούρα’’. (…). Ούτε οι μεγάλες ποσότητες των υγρών που πίνουν παραμένουν στο σώμα, ενώ οι σάρκες τους λειώνουν και αποβάλλονται με τα ούρα’’. Μ’ άλλα λόγια, ‘‘κατουρούν τις σάρκες τους’’. Μάλιστα! Η υπόθεση που έκανε ο Αρεταίος το 120 μ.Χ. περίπου, επιβεβαιώθηκε  στο εργαστήριο, κατά τη δεκαετία του 1970.  Χίλια οχτακόσια πενήντα χρόνια μετά. Είναι να μη θαυμάζει κανείς το μυαλό του;

Κατόπιν ήρθε ο Γαληνός.  Ο Γαληνός γεννήθηκε στην Πέργαμο το 129 μ.Χ., εννέα χρόνια πριν πεθάνει ο Αρεταίος.  Από τους διασημότερους γιατρούς στην εποχή του. Πολυγραφότατος. Άφησε έργο σημαντικό. Ενενήντα δύο συγγράμματα.  Αναφέρεται στο διαβήτη μέσω των γραπτών του, άλλωστε διασώθηκε και  καθιερώθηκε στη βιβλιογραφία ο όρος διαβήτης. Δηλώνει όμως κάτι που ξενίζει. Ότι η νόσος είναι σπάνια και ότι την έχει δει μόνο δύο φορές. Δήλωση που προκαλεί απορία, αν σκεφθεί κανείς ότι άσκησε την ιατρική του στη Ρώμη, ως προσωπικός γιατρός του Καίσαρα Μάρκου Αυρηλίου. Με ό,τι σημαίνει αυτό, από πλευράς διαβίωσης. Γράφει στο βιβλίο του ‘‘Η εντόπιση των νόσων’’: ‘‘ Έχω την γνώμη ότι οι νεφροί επηρεάζονται πολύ από μια σπάνια νόσο, την οποία μερικοί άνθρωποι αποκαλούν υδρωπικία. Άλλοι πάλι διαβήτη ή σφοδρή δίψα. Έχει συμβεί να δω τη νόσο μέχρι τώρα, μόνο δύο φορές. Οι ασθενείς υποφέρουν από ασίγαστη δίψα, η οποία τους εξαναγκάζει να πίνουν τεράστιες ποσότητες. Τα υγρά ουρούνται ταχέως, τα δε ούρα μοιάζουν με νερό’’. Στη συνέχεια, αναλύει πλήρως τον- κατά τη γνώμη του-μηχανισμό πρόκλησης της νόσου, για να καταλήξει ‘‘ο Διαβήτης είναι μία αληθής νόσος των νεφρών, ανάλογος της αδηφάγου ορέξεως’’.

Σε όλες τις αναφορές των δύο σπουδαίων γιατρών της αρχαιότητας, δεν υπάρχει νύξη για την παρουσία σακχάρου στα ούρα. Ποίον διαβήτην περιγράφουν; Μήπως τον άποιο, που όντως είναι σπάνιος; Στοιχεία για να δοθεί απάντηση δεν υπάρχουν. Εικασίες μόνο μπορεί να γίνουν, οι οποίες δεν λύνουν με φερεγγυότητα την απορία. Στο Γαληνό, όμως, οφείλουμε τον όγκο των πληροφοριών, κατά τεκμήριον αξιόπιστες, που άφησε κληρονομιά στους επιγόνους με το πλούσιο συγγραφικό του έργο.

Τρεις αιώνες μετά από αυτούς, γύρω στο 500 μ.Χ., παρουσιάζεται στη βιβλιογραφία της εποχής η πληροφορία, ότι τα ούρα των διαβητικών έχουν γλυκιά γεύση. Η αναφορά βρίσκεται στις ‘‘Ιερές Βέδες’’, ιατρικά βιβλία, κατά τη λεγόμενη ‘‘περίοδο της Βραχμανικής Ιατρικής’’, στις Ινδίες. Σύμφωνα με τα γραφόμενα από τον Gottfrenden,  στο βιβλίο του ‘‘Medicine History’’ [2nd ed. Copenangen, 1964]. ο Κινέζος ιατρο-φιλόσοφος Huang, το περιγράφει στο βιβλίο του ‘‘Νei – Ching’’ (Ιατρικός Κανόνας) νόσημα, το οποίο δεν είναι παρά ο Σακχαρώδης Διαβήτης. Σε ό,τι αφορά στην ανακάλυψη της γλυκιάς γεύσης που έχουν τα ούρα των διαβητικών, από τους Ινδούς γιατρούς, ο Gottfrenden σημειώνει: ‘‘ Οι Ινδοί λένε συνήθως, ότι η Ιατρική τους πρώτη στον κόσμο γνώριζε το διαβήτη. Λένε ακόμη, πως αυτοί ανακάλυψαν ότι τα ούρα έχουν γλυκιά γεύση και αποβάλλονται σε άφθονη ποσότητα(…). Δευτερεύοντα συμπτώματα είναι: γλυκιά γεύση στο στόμα, δίψα, απώλεια όρεξης, εμετός, ξηρότητα, θερμότητα. Ένα άλλο φαινόμενο σε αυτήν την κατάσταση, είναι ότι τα ούρα αυτών των ασθενών, προσελκύουν μυρμήγκια και άλλα έντομα’’.

Καθοριστική η συμβολή, στη διάσωση των αρχαίων κειμένων, του Άραβα γιατρού, Περσικής καταγωγής, Αβικέννα. Εκτός από το μεταφραστικό έργο, περιέγραψε με ακρίβεια τα κλινικά σημεία και κάποιες από τις επιπλο-κές του Διαβήτη (γάγγραινα, περιφερική νευροπάθεια, στυτική δυσλειτουργία). Στο βιβλίο του ‘‘Κανών’’, έδωσε ιδιαίτερη προσοχή και πρόβαλε με έμφαση την ιδέα της ‘‘γλυκιάς γεύσης ‘’ των ούρων. Την άποψη αυτή αποδέχτηκαν οι Ευρωπαίοι μελετητές του έργου του, γεγονός που επηρέασε την πρακτική ιατρική στους κατοπινούς αιώνες.

Ο Άγγλος γιατρός Thomas Willis, αξιοποίησε την πληροφορία περί της ‘‘γλυκιάς γεύσης’’ των ούρων. Ύστερα από μελέτη, απέδειξε στο εργαστήριο, ότι πράγματι στα ούρα των διαβητικών ανιχνεύονται ίχνη σακχάρου.  Δημοσίευσε τα ευρήματά του το 1674 και χρεώθηκε τη ‘‘δόξα’’ της πρωτιάς. Σημειώνει: ‘‘ being exceedingly sweet as if there hade been sugar or honey in it…’’, [είναι εκδήλως γλυκά, ωσάν να περιέχουν ζάχαρη ή μέλι…’’]. Έτσι, η νόσος απόκτησε…ονοματεπώνυμο! Σακχαρώδης Διαβήτης [ Diabetes Mellitus]. Άρα η συνάντηση, όπως την προσδιορίζει ο τίτλος της διάλεξης, έγινε το 1674. Είναι όμως έτσι;

Ο Ιπποκράτης – κι αυτό αποτελεί έκπληξη – δεν αναφέρεται στο διαβήτη. Δεν το συνάντησε; Τον γνώριζε, τον περιέγραψε, αλλά χάθηκε το έργο που περιέχει την αναφορά; Μήπως ‘‘χάθηκαν’’ τα ίχνη (του Διαβήτη) στην περιγραφή της νόσου ‘‘υδρωπικία’’; Κάτι που ίσως να υπαινίσσεται ο Γαληνός, αναφέροντας ‘‘ότι κάποιοι την ονομάζουν (τη νόσο) υδρωπικία’’. Ρητορικά, θα πείτε τα ερωτήματα. Αναμφίβολα, έτσι είναι. Δε μένει, λοιπόν, παρά η εικασία, για να δοθεί μια κάποια εξήγηση. Σε αυτής τη σφαίρα επιρροής καταφεύγουμε. Επιζητούμε τη βοήθειά της με την προσδοκία ότι θα δοθεί στο αίνιγμα.

Εκείνο που ενδεχομένως ο Ιπποκράτης δεν αντελήφθη. Είτε το παρέλειψε ως μη σημαντικό ή δεν είναι ‘‘ορατό’’ στα γραπτά του, το αποκτήσαμε με κάμποσους αιώνες καθυστέρηση. Είχε καταγραφεί δεκατρείς αιώνες νωρίτερα, από την εποχή που έζησε.

Αίγυπτος, Θήβες 1862. Η σκαπάνη του αρχαιολόγου Eber, φέρνει στο φως ‘‘ταφικό’’ εύρημα. Πάπυρο, στον οποίο γιατρός της εποχής, είχε καταγράψει και με λεπτομέρειες περιγράψει διάφορα νοσήματα. Ανάμεσά τους και η περιγραφή μιας νοσηρής κατάστασης, της οποίας το χαρακτηριστικότερο ενόχλημα, ήταν η πολυουρία. Ο Αιγύπτιος γιατρός, αναφερόταν και στη θεραπευτική της αντιμετώπιση, ‘‘αφέψημα από οστά, σιτάρι και ορυκτά, τα οποία περιέχουν ζιρκόνιο’’. Η χρονολογία της συγγραφής, το 1550 π.Χ.

Προφανώς και πρόκειται για την πρώτη γραπτή μαρτυρία της νόσου, την οποία ο Δημήτριος από την Απάμεια, όρισε ως Διαβήτη. Ορισμός, που ο Αρεταίος ο Καππαδόκης υιοθέτησε και ο Γαληνός καθιέρωσε στην ιατρική ορολογία. Και τελικώς, ο Thomas Willis του χάρισε ονοματεπώνυμο: Σακχαρώδης Διαβήτης.